FAQs About the word hoofed

οπληφόρα

having or resembling hoofsFurnished with hoofs.

με μπότες,κλώτσησε,Λεπτοκομμένο,πολτός,έτρεξε κάτω,πάτησε,συντριμμένος,πλακωμένος,υποταγμένος,σφραγισμένη

No antonyms found.

hoofbound => πάθηση οπλής, hoof-and-mouth disease => Αφθώδης πυρετός, hoof mark => ίχνος οπλής, hoof it => περπατώ, hoof => Οπλή,