Greek Meaning of to-do

λίστα εργασιών

Other Greek words related to λίστα εργασιών

Definitions and Meaning of to-do in English

Wordnet

to-do (n)

a disorderly outburst or tumult

Webster

to-do (n.)

Bustle; stir; commotion; ado.

FAQs About the word to-do

λίστα εργασιών

a disorderly outburst or tumultBustle; stir; commotion; ado.

ακαταστασία,αναστάτωση,διαταραχή,διασκέδαση,φασαρία,βιάσου,θόρυβος,ανακατεύω,καταιγίδα,αναταραχή

Ήρεμος,Ειρήνη,ήσυχος,ανάπαυση,ηρεμία,σιωπήστε,παραγγελία,ηρεμία,γαλήνη,ηρεμία

todidae => Τόδια, todea superba => Τοντεα η μεγαλοπρεπής, todea barbara => Φτέρη η βάρβαρη, todea => τόδεα, toddy palm => Δέντρο τούντι,