Greek Meaning of grafter
εμβολιαστής
Other Greek words related to εμβολιαστής
- ληστής
- υπεξαιρέτης
- ληστής
- κλεπτομανής
- ληστής
- θυροφύλακας
- Κλέφτης
- απαγωγέας
- Γατοκλέφτης
- διαρρήκτης
- Κλεφτοκοτάς
- απαγωγέας
- απαγωγέας
- κλέπτο
- ληστής
- Κλειδαράς
- πορτοφολάς
- κλέφτης
- τσιμπίδα
- ληστής
- Κλέφτης από κατάστημα
- κλέφτης
- ληστής
- ληστής αυτοκινήτων
- βεβηλωτής
- πατούσα
- Ληστής
- αεροπειρατής
- κλέφτης
- ληστής
- πειρατής
- Λαθροθήρας
- κλέφτης
- Κλοπή βοοειδών
- αεροπειρατής
- λαθρέμπορος
- Κλεφτης
Nearest Words of grafter
Definitions and Meaning of grafter in English
grafter (n.)
One who inserts scions on other stocks, or propagates fruit by ingrafting.
An instrument by which grafting is facilitated.
The original tree from which a scion has been taken for grafting upon another tree.
FAQs About the word grafter
εμβολιαστής
One who inserts scions on other stocks, or propagates fruit by ingrafting., An instrument by which grafting is facilitated., The original tree from which a scio
ληστής,υπεξαιρέτης,ληστής,κλεπτομανής,ληστής,θυροφύλακας,Κλέφτης,απαγωγέας,Γατοκλέφτης,διαρρήκτης
No antonyms found.
grafted => εμβολιασμένο, graftage => εμβολιασμός, graft => Μόσχευμα, graffito => γκράφιτι, graffiti => Γκράφιτι,