Greek Meaning of goring
Γκαρίνγκ
Other Greek words related to Γκαρίνγκ
- τρυπητό
- συγκομιδή
- τρύπημα
- διάτρηση
- μαχαίρωμα
- κολλώδης
- Αρπουνάρισμα
- παλούκωμα
- διάτρηση
- ραμφίζω
- σκουντούμπι
- διάτρηση
- τρέχω μέσα από
- σουβλίζοντας
- κοπή
- δόρυ
- σπάικινγκ
- φτύσιμο
- μαγευτικός
- ξιφολόγχη
- ξιφολόγχη
- Κοπή
- μαχαίρωμα
- διάτρησης
- τρύπημα
- σκαλισμός
- τσίμπημα
- Προνγκχορν
- κουήλινγκ (ή κουήλιγκ)
- γριφώδης
- κλώση
- ωθήση
- διαπεραστικός
Nearest Words of goring
- gorilla gorilla grauri => Δυτικός γορίλας πεδιάδας
- gorilla gorilla gorilla => Γορίλας γορίλας γορίλας
- gorilla gorilla beringei => Ανατολική γορίλας
- gorilla gorilla => Γορίλας
- gorilla => Γορίλας
- gorhen => γκορχέν
- gorgonzola => Γκοργκοντζόλα
- gorgonocephalus => Γοργονόκεφαλος
- gorgonize => γοργωνίζω
- gorgonian coral => Γοργόνες
Definitions and Meaning of goring in English
goring (n)
German politician in Nazi Germany who founded the Gestapo and mobilized Germany for war (1893-1946)
goring (p. pr. & vb. n.)
of Gore
goring (n.)
Alt. of cloth
FAQs About the word goring
Γκαρίνγκ
German politician in Nazi Germany who founded the Gestapo and mobilized Germany for war (1893-1946)of Gore, Alt. of cloth
τρυπητό,συγκομιδή,τρύπημα,διάτρηση,μαχαίρωμα,κολλώδης,Αρπουνάρισμα,παλούκωμα,διάτρηση,ραμφίζω
No antonyms found.
gorilla gorilla grauri => Δυτικός γορίλας πεδιάδας, gorilla gorilla gorilla => Γορίλας γορίλας γορίλας, gorilla gorilla beringei => Ανατολική γορίλας, gorilla gorilla => Γορίλας, gorilla => Γορίλας,