Greek Meaning of gave one the creeps

προκαλούσε φρίκη

Other Greek words related to προκαλούσε φρίκη

Definitions and Meaning of gave one the creeps in English

gave one the creeps

an uncomfortable feeling of nervousness or fear

FAQs About the word gave one the creeps

προκαλούσε φρίκη

an uncomfortable feeling of nervousness or fear

φοβισμένος,φοβισμένος,τρομαγμένος,τρομοκρατημένος,φοβισμένος,ανήσυχος,ανήσυχος,φοβισμένος,τρομοκρατημένος,έκανε το κρέας του να συρθεί

σίγουρος,επευφημούσαν,καθησυχασμένος,παρηγορημένος,παρηγορημένος,ενθαρρυμένος,ενθάρρυνε,εμπνεόμενος,κατευνασμένος,ενθαρρυμένος

gave off => εξέπεμψε, gave of => έδωσε, gave in (to) => υποκύπτω (σε), gave in => υποχωρώ, gave ground => Υποχωρησε,