Greek Meaning of fud
fud
Other Greek words related to fud
Nearest Words of fud
Definitions and Meaning of fud in English
fud (n.)
The tail of a hare, coney, etc.
Woolen waste, for mixing with mungo and shoddy.
FAQs About the word fud
Definition not available
The tail of a hare, coney, etc., Woolen waste, for mixing with mungo and shoddy.
συντηρητικός,συντηρητικός,ξεπερασμένος,απολίθωμα,συντηρητικός,Βετεράνος,προκατακλυσμιαίος,Συνταγματάρχης Μπλιμπ,Ντόντο,κουραστικός
χίπστερ,φιλελεύθερος,μοντέρνος,μοντέρνος,προοδευτικός,ριζοσπαστικός
fucusol => φουκοσόλη, fucus vesiculosus => Φύκος φουσκωτό, fucus serratus => fucus serratus, fucus => Φύκος, fucoidal => φουκοειδής,