Greek Meaning of examen
εξέταση
Other Greek words related to εξέταση
- εξέταση
- εξερεύνηση
- ερώτημα
- έρευνα
- ανιχνευτής
- διερεύνηση
- Μελέτη
- εμβάθυνση
- διατριβή
- έρευνα
- Ιερά Εξέταση
- Επιθεώρηση
- αναστολή
- ερωτηματολόγιο
- έρευνα
- έλεγχος
- πρόκληση
- έλεγχος
- έλεγχος
- Αντεξέταση
- διάγνωση
- Κεραια
- ακρόαση
- ανάκριση
- δημοσκόπηση
- ερώτημα
- αναζήτηση
- ερώτηση
- ερωτηματολόγιο
- κουίζ
- επανεξέταση
- επανέλεγχος
- αυτοεξέταση
- αναζήτηση ψυχής
- έρευνα
- δίκη
Nearest Words of examen
Definitions and Meaning of examen in English
examen (n)
a detailed inspection of your conscience (as done daily by Jesuits)
a critical study (as of a writer's work)
examen (a.)
Examination; inquiry.
FAQs About the word examen
εξέταση
a detailed inspection of your conscience (as done daily by Jesuits), a critical study (as of a writer's work)Examination; inquiry.
εξέταση,εξερεύνηση,ερώτημα,έρευνα,ανιχνευτής,διερεύνηση,Μελέτη,εμβάθυνση,διατριβή,έρευνα
No antonyms found.
exam paper => δοκιμαστικό, exam => εξέταση, exaltment => εξύψωση, exalting => υψώνω, exalter => υψωτής,