Greek Meaning of embodiment
ενσάρκωση
Other Greek words related to ενσάρκωση
- εικόνα
- Ενσάρκωση
- εκδήλωση
- αφηρημένος
- άβαταρ
- επίτομη
- Ουσία
- παραδειγματισμός
- εξωτερικεύω
- διάνοια
- εικονίδιο
- Εικονίδιο
- Ενσωμάτωση
- Στοιχειοθέτηση
- μοντέλο
- Αντικειμενοποίηση
- προσωποποίηση
- συνειδητοποίηση
- πραγμάτωση (pragmátosi)
- αρχέτυπο
- Ενσάρκωση
- ενσωματώνω
- παράδειγμα
- παράδειγμα
- μοτίβο
- προσωποποίηση
- πεμπτουσία
- μετενσάρκωση
- ψυχή
- τεκμηρίωση
Nearest Words of embodiment
Definitions and Meaning of embodiment in English
embodiment (n)
a new personification of a familiar idea
a concrete representation of an otherwise nebulous concept
giving concrete form to an abstract concept
embodiment (n.)
The act of embodying; the state of being embodied.
That which embodies or is embodied; representation in a physical body; a completely organized system, like the body; as, the embodiment of courage, or of courtesy; the embodiment of true piety.
FAQs About the word embodiment
ενσάρκωση
a new personification of a familiar idea, a concrete representation of an otherwise nebulous concept, giving concrete form to an abstract conceptThe act of embo
εικόνα,Ενσάρκωση,εκδήλωση,αφηρημένος,άβαταρ,επίτομη,Ουσία,παραδειγματισμός,εξωτερικεύω,διάνοια
No antonyms found.
embodier => ενσωματώνω, embodied => ενσωματωμένο, emblossom => ανθίζω, embloom => ανθίζω, emblemizing => συμβολίζοντας,