Greek Meaning of embodier

ενσωματώνω

Other Greek words related to ενσωματώνω

Definitions and Meaning of embodier in English

Webster

embodier (n.)

One who embodies.

FAQs About the word embodier

ενσωματώνω

One who embodies.

εικόνα,Ενσάρκωση,εκδήλωση,αφηρημένος,άβαταρ,ενσάρκωση,επίτομη,Ουσία,εξωτερικεύω,διάνοια

No antonyms found.

embodied => ενσωματωμένο, emblossom => ανθίζω, embloom => ανθίζω, emblemizing => συμβολίζοντας, emblemized => συμβολίζεται,