FAQs About the word emaciating

εξασθενητικός

of Emaciate

ξεθώριασμα,αποτυχημένος,πηγαίνω,χαλαρός,βύθιση,Μαρασμός (μακριά),εξασθένιση,αναλύοντας,σαπισμένο,Επιδεινούμενος

συγκέντρωση,αναρρώνει,ανάρρωση,κέρδος,επάλληλος,Αναρρώνων

emaciated => αδύνατος, emaciate => αδυνατίζω, emaceration => αδυνάτισμα, emacerate => αδυνατίζω, em quad => Τετράγωνο em,