Greek Meaning of elaborated (on)

εκτεθειμένο επί

Other Greek words related to εκτεθειμένο επί

Definitions and Meaning of elaborated (on) in English

elaborated (on)

No definition found for this word.

FAQs About the word elaborated (on)

εκτεθειμένο επί

έγχρωμος,υπερβολικός,ενισχυμένος,διακοσμημένο,κεντημένος,βελτιωμένο,διευρυμένη (επί ή επάνω),επεκταθεί,αναλυτικός,υπερβολικός

ελαχιστοποιημένος,υποτονικός,υποτιμούσε,υποβάθμισε

elaborated (on or upon) => εκπονημένος (επί ή επί), elaborate (on) => επεξεργάζομαι (για), elaborate (on or upon) => αναπτύσσω, el cheapo => φτηνό πράγμα, eking out => βγάζω το ψωμί μου,