Greek Meaning of drawled
παρατεταμένο
Other Greek words related to παρατεταμένο
Nearest Words of drawled
Definitions and Meaning of drawled in English
drawled (imp. & p. p.)
of Drawl
FAQs About the word drawled
παρατεταμένο
of Drawl
ανέπνεε,λαχάνιασε,προφορικός,μούγγρισε,ψιθύρισε,μουρμούρισε,φώναξε,ψιθυρισμένο,κελάηδησε,με μονότονη φωνή
άναρθρος,βουβός,ήσυχος,σιωπηλός,ανείπωτο,Μη εκφρασμένο,ανείπωτο,άφωνος,άηχος,κουφός
drawlatch => μάνταλο, drawl => τέντωμα, drawknife => ξυλόσκαλπτρο, drawing-room car => Βαγόνι σαλονιού, drawing-room => Σαλόνι,