Greek Meaning of drag one's feet
αναβάλλω
Other Greek words related to αναβάλλω
- καθυστέρηση
- σύρετε
- πέφτειν πίσω
- καθυστερώ
- σέρνομαι
- μπουσουλώ
- τριγυρνώ
- εξαπατάν, γελοιοποιώ
- αναβάλλω
- υστερείν
- καθυστέρηση
- χασομερώ
- τριγυρνάω
- καθυστέρηση
- περίπτερο
- καθυστέρηση
- σημαδεύω τον χρόνο
- Πάρε τον χρόνο σου
- αργός περίπατος
- χασομεράω
- επιβραδύνω
- ευκολία
- χαζεύω
- αδρανής
- ίντσα
- ψωμί
- αργολογώ
- Σαλόνι
- ξύλο
- τσαλαβουτώ
- σκυθρωπάζω
- παίξε
- τσιμπάω
- περιπατώ
- δισταγμός
- Ανάμειξη
- παραπαίω
- περίπατος
- καθυστερώ
- ασήμαντο
- σκαλίζω
- Περιπλανιέμαι (γύρω ή έξω)
- μαϊμού (γύρω)
- Αγγειοπλάστης (γύρω-γύρω)
- φλαντάρω
- Αργός (επιβραδύνει ή επιταχύνει)
- βαρέλι
- μπουλόνι
- μπολ
- αεράκι
- Καριέρα
- μάθημα
- παύλα
- μύγα
- επιταχύνω
- βιάσου
- αγώνας
- σκίζω
- Πύραυλος
- τρέχω
- βιασύνη
- σπεύδω
- ταχύτητα
- συνωστισμός
- δάκρυ
- δίνη
- Αβγοδάρτης
- φερμουάρ
- επιταχύνω
- επιταχύνω
- να καλύψω την απόσταση
- βέλος
- καλπασμός
- καμπούρα
- χυμάω
- φασαρία
- τρέξιμο
- σκούτερ
- ανακατεύω
- μπόρα
- σπριντ
- τροχασμός
- φυτό
- σφυρίζω
- hotfoot
- ξεπερνάω
- ξεπερνάω
- Ξεπερνάω
- προσπερνώ
- επιταχύνω
Nearest Words of drag one's feet
Definitions and Meaning of drag one's feet in English
drag one's feet (v)
postpone doing what one should be doing
FAQs About the word drag one's feet
αναβάλλω
postpone doing what one should be doing
καθυστέρηση,σύρετε,πέφτειν πίσω,καθυστερώ,σέρνομαι,μπουσουλώ,τριγυρνώ,εξαπατάν, γελοιοποιώ,αναβάλλω,υστερείν
βαρέλι,μπουλόνι,μπολ,αεράκι,Καριέρα,μάθημα,παύλα,μύγα,επιταχύνω,βιάσου
drag on => καθυστερώ, drag line => Δραστηριοποίηση, drag in => σύρω μέσα, drag down => Σύρω προς τα κάτω, drag coefficient => Συντελεστής οπισθέλκουσας,