FAQs About the word distilled

αποσταγμένο

of Distill

έσταξε,έρεε,χύθηκε,ντρίμπλαρε,έπεσε,πασπαλισμένο,στάζει,αιμορραγία,κλιμακωτός,εκφορτισμένος

χύθηκε,εκτοξεύτηκε,ξεπηδούσε

distillatory => αποστακτήριο, distillation => απόσταξη, distillate => Απόσταγμα, distillable => Αποστακτή, distill => Αποστάζω,