FAQs About the word decreasing (in)

Φθίνουσα (σε)

μειούμενος (σε),μειωμένος (σε),πτώση (σε),Χάνοντας,βαθμιαία μείωση,φθίνουσα,μείωση,κωνικός

Κατασκευή,αναπτυσσόμενος (σε),διπλασιασμός (σε),κέρδος,συνάντηση,παραλαβή,συσσωρευόμενο,συσσωρεύοντας,τριπλασιασμός (σε)

decreases => μειώνει, decreased (in) => μειωμένος (σε), decrease (in) => μείωση (σε), decoupling => Αποσύνδεση, decoupled => αποσυνδεδεμένος,