Greek Meaning of début
ντεμπούτο
Other Greek words related to ντεμπούτο
- εμφάνιση
- πρεμιέρα
- ερχομός
- άφιξη
- αρχή
- έναρξη
- ανάδυση
- έναρξη
- έναρξη
- Εκτόξευση
- αρχή
- αρχή
- άλφα
- βασική γραμμή
- γέννηση
- δημιουργία
- Αυγή
- αυγή
- Σχεδιαστήριο
- πρώτη βάση
- ιδρυτικός
- Γένεση
- από την αρχή
- σημείο μηδέν
- εναρκτήρια τελετή
- αρχή
- αρχή
- έναρξη
- ίδρυμα
- πρωί
- Γέννηση
- γένεση
- έναρξη
- άνοιγμα
- προέλευση
- άνοιξη
- τετραγωνικό ένα
- κατώφλι
- πρώτη μέρα
- από την αρχή
Nearest Words of début
Definitions and Meaning of début in English
début
to make a debut, to make a first appearance or a formal entrance into society, to present to the public for the first time, a first appearance, a first public appearance, to present to society for the first time, a formal entrance into society
FAQs About the word début
ντεμπούτο
to make a debut, to make a first appearance or a formal entrance into society, to present to the public for the first time, a first appearance, a first public a
εμφάνιση,πρεμιέρα,ερχομός,άφιξη,αρχή,έναρξη,ανάδυση,έναρξη,έναρξη,Εκτόξευση
παύση,κλείσιμο,κλείσιμο,ολοκλήρωση,τελικός,τέλος,περίοδος,σταματάω,λήξη,κοντά
débâcles => ντεμπακλ, débâcle => Καταστροφή, czars => τσάροι, czarism => Τσαρισμός, czarinas => τσαρίνας,