Greek Meaning of baseline
βασική γραμμή
Other Greek words related to βασική γραμμή
- άλφα
- αρχή
- έναρξη
- έναρξη
- Εκτόξευση
- έναρξη
- αρχή
- κατώφλι
- γέννηση
- Αυγή
- Γένεση
- βρεφική ηλικία
- έναρξη
- πρωί
- αρχή
- πρώτη μέρα
- ερχομός
- εμφάνιση
- άφιξη
- παιδική ηλικία
- κούνια
- δημιουργία
- αυγή
- ντεμπούτο
- Σχεδιαστήριο
- ανάδυση
- πρώτη βάση
- ιδρυτικός
- κρήνη
- μικρόβιο
- από την αρχή
- σημείο μηδέν
- εναρκτήρια τελετή
- αρχή
- αρχή
- έναρξη
- ίδρυμα
- Γέννηση
- γένεση
- άνοιγμα
- προέλευση
- προέλευση
- ρίζα
- πηγή
- άνοιξη
- τετραγωνικό ένα
- καλά
- Πηγή
- από την αρχή
Nearest Words of baseline
Definitions and Meaning of baseline in English
baseline (n)
an imaginary line or standard by which things are measured or compared
the back line bounding each end of a tennis or handball court; when serving the server must not step over this line
the lines a baseball player must follow while running the bases
FAQs About the word baseline
βασική γραμμή
an imaginary line or standard by which things are measured or compared, the back line bounding each end of a tennis or handball court; when serving the server m
άλφα,αρχή,έναρξη,έναρξη,Εκτόξευση,έναρξη,αρχή,κατώφλι,γέννηση,Αυγή
κοντά,Συμπέρασμα,τέλος,τέλος,περίοδος,παύση,κλείσιμο,κλείσιμο,ολοκλήρωση,τέλος
baseless => αβάσιμος, baselard => Βασελάρδο, basel => Βασιλεία, base-forming => Βασιομορφής, basedow's disease => Νόσος Graves,