Greek Meaning of cosigned

συνυπέγραψε

Other Greek words related to συνυπέγραψε

Definitions and Meaning of cosigned in English

cosigned

cosignatory, a joint signer of a promissory note

FAQs About the word cosigned

συνυπέγραψε

cosignatory, a joint signer of a promissory note

Αντισημειωθέν,ενέκρινε,εγκεκριμένος,υπογεγραμμένο,Συνδεδεμένος,γραμμένο,μελάνι,γραμμένο,καταχωρημένο,εγγεγραμμένος

No antonyms found.

co-scenarists => Συν-σεναριογράφοι, coscenarists => συν-σεναριογράφοι, coscenarist => συγκυνηματογράφος, coryphaeus => Κορυφαίος, coryphaei => ειδικοί,