Greek Meaning of complimentarily
Συμπληρωματικά
Other Greek words related to Συμπληρωματικά
Nearest Words of complimentarily
Definitions and Meaning of complimentarily in English
complimentarily
favorable, given free as a courtesy or favor, expressing or containing a compliment, expressing praise or admiration
FAQs About the word complimentarily
Συμπληρωματικά
favorable, given free as a courtesy or favor, expressing or containing a compliment, expressing praise or admiration
θετικά,θετικά,με θαυμασμό,εκτιμητικά,επιδοκιμαστικά,ερωτικά,με εκτίμηση,με σεβασμό,με ευλάβεια
δυσμενώς,αποδοκιμαστικά,αρνητικά,δυσμενώς,με περιφρόνηση,πεισματικά,με λύπη,υπερκριτικά,περιφρονητικά,δυσμενώς
complies (with) => συμμορφώνεται προς (με), complied (with) => συμμορφώθηκε (με), complied => συμμορφώθηκε, complicities => συνενοχή, complications => επιπλοκές,