Greek Meaning of approvingly
επιδοκιμαστικά
Other Greek words related to επιδοκιμαστικά
Nearest Words of approvingly
Definitions and Meaning of approvingly in English
approvingly (r)
in an approving manner
FAQs About the word approvingly
επιδοκιμαστικά
in an approving manner
θετικά,θετικά,με θαυμασμό,εκτιμητικά,Συμπληρωματικά,ερωτικά,με σεβασμό,με ευλάβεια
δυσμενώς,αποδοκιμαστικά,αρνητικά,δυσμενώς,με περιφρόνηση,περιφρονητικά,πεισματικά,υπερκριτικά,δυσμενώς
approving => Εγκριτικός, approver => εγκριτής, approvement => έγκριση, approvedly => επιδοκιμαστικά, approved => εγκρίθηκε,