Greek Meaning of reverently
με ευλάβεια
Other Greek words related to με ευλάβεια
Nearest Words of reverently
Definitions and Meaning of reverently in English
reverently (r)
with reverence; in a reverent manner
reverently (adv.)
In a reverent manner; in respectful regard.
FAQs About the word reverently
με ευλάβεια
with reverence; in a reverent mannerIn a reverent manner; in respectful regard.
ερωτικά,με σεβασμό,λατρευτικά,με θαυμασμό,εκτιμητικά,επιδοκιμαστικά,θετικά,Συμπληρωματικά,θετικά,με εκτίμηση
δυσμενώς,αποδοκιμαστικά,αρνητικά,δυσμενώς,με περιφρόνηση,περιφρονητικά,πεισματικά,υπερκριτικά,δυσμενώς
reverentially => με δέος, reverential => ευλαβικός, reverent => ευλαβικός, reverendly => ευλαβικά, reverend dodgson => ιερέας Dodgson,