FAQs About the word chuntered

γκρινιάζω

to talk in a low inarticulate way

μούγγρισε,μουρμούρισε,γρύλισε,προφορικός,ψιθύρισε,ψιθυρισμένο,ψέλλισε,μίλησε,ανέπνεε,κουβέντιαζε

αρθρωτά,μίλησε,μίλησε,εκφωνημένος

chunter => περιπλανάται, chunks => κομμάτια, chunkiness => Χονδρός, chums => φίλοι, chuffs => φυσάει,