Greek Meaning of chawing
Μάσημα
Other Greek words related to Μάσημα
- Μάσηση
- δάγκωμα (σε)
- μάσηση
- Τραγανίζοντας (κάτι)
- τρώω
- μάσηση
- μάσημα
- Τσιμπολόγημα
- μασώντας (κάτι)
- καταναλωτικός
- καταβροχθίζοντας
- ροκανίζοντας (σε)
- Καταβρόχθιση (πάνω ή κάτω)
- αδηφαγία
- καταπίνω
- τσίχλα
- κατανάλωση
- γκρίνια
- Τρώγοντας
- τσιμπάω (κάποιον)
- μαζεύω
- στοχαστικός/ή
- η διαμόρφωση
- χλευασμός
- βυθίζω τα δόντια μου σε κάτι
- σνακ
- Κατάποση
- λύκος
Nearest Words of chawing
Definitions and Meaning of chawing in English
chawing (p. pr. & vb. n.)
of Chaw
FAQs About the word chawing
Μάσημα
of Chaw
Μάσηση,δάγκωμα (σε),μάσηση,Τραγανίζοντας (κάτι),τρώω,μάσηση,μάσημα,Τσιμπολόγημα,μασώντας (κάτι),καταναλωτικός
No antonyms found.
chawed => μασάω, chawdron => Σάντι, chawbacon => Τσαουμπέικον, chaw => Μασώ, chavez => Τσάβες,