Greek Meaning of charlatanism

σαμποτάζ

Other Greek words related to σαμποτάζ

Definitions and Meaning of charlatanism in English

Wordnet

charlatanism (n)

the dishonesty of a charlatan

Webster

charlatanism (n.)

Charlatanry.

FAQs About the word charlatanism

σαμποτάζ

the dishonesty of a charlatanCharlatanry.

απατεώνας,ψεύτικος,πλαστογράφος,απάτη,Παραπλανητικός,Τσαρλατάνος,προσποιητής,τσαρλατάνος,απάτη,ηθοποιός

άσσος,ικανός,αυθεντία,ειδικός,μαέστρος,κύριος,Παρελθοντολόγος,επαγγελματίας,βιρτουόζος,φυτό

charlatanical => απατηλός, charlatanic => τσαρλατανικός, charlatan => τσαρλατάνος, charked => καμμένο, chark => τσάκ,