Greek Meaning of cautioned

προειδοποίησε

Other Greek words related to προειδοποίησε

Definitions and Meaning of cautioned in English

Webster

cautioned (imp. & p. p.)

of Caution

FAQs About the word cautioned

προειδοποίησε

of Caution

Συμβουλευόταν,προειδοποίησε,ειδοποιημένος,προειδοποιημένος,ενημερωμένος,ξύπνιος,ξύπνιος,νουθετώ,ενημέρωσε,οιωνίστηκα

απειλούμενος,ρισκάρανε,απειλούμενος

cautionary block => προειδοποιητικό τεμάχιο, cautionary => προειδοποιητικός, caution => προσοχή, cautery => καυτηρίαση, cauterizing => καυτηρίαση,