Greek Meaning of carded
χτενισμένος
Other Greek words related to χτενισμένος
Nearest Words of carded
- cardcastle => Πύργος από τράπουλες
- cardcase => Θήκη καρτών
- cardboard => χαρτόνι
- cardamum => κάρδαμο
- cardamon => κάρδαμο
- cardamom => Καρδάμωμο
- cardamine rotundifolia => Καρδαμίνα η στρογγυλόφυλλη
- cardamine pratensis => Σκάρφη
- cardamine douglasii => Cardamine douglasii
- cardamine diphylla => Καρδαμίνα διφυής
- carder => καρδαινάρισμα
- cardholder => κάτοχος κάρτας
- cardhouse => χάρτινος πύργος
- card-house => πύργος από χαρτιά
- cardia => Καρδιά
- cardiac => Καρδιακός
- cardiac arrest => καρδιακή ανακοπή
- cardiac arrhythmia => Καρδιακή αρρυθμία
- cardiac cycle => καρδιακός κύκλος
- cardiac glucoside => Καρδιακοί γλυκοσίδες
Definitions and Meaning of carded in English
carded (imp. & p. p.)
of Card
FAQs About the word carded
χτενισμένος
of Card
εγγεγραμμένος/-η/-ο,εισαγόμενος,κατατεθέν,σημείωσε,καταγεγραμμένο,προγραμματισμένο,δεσμευμένο,καταλογισμένος,καταλογισμένος,ταξινομημένος
διαγραμμένο
cardcastle => Πύργος από τράπουλες, cardcase => Θήκη καρτών, cardboard => χαρτόνι, cardamum => κάρδαμο, cardamon => κάρδαμο,