Greek Meaning of cannoneer
Πυροβολητής
Other Greek words related to Πυροβολητής
- Τοξότης
- Πυροβολητής
- Πυροβολητής
- Θαλάσσιος
- Ολμοβόλος
- μουσκετερος
- Δασοφύλακας
- Σκοπευτής
- Ιππέας
- κομάντο
- ομοσπονδιακός
- Τοξότης
- Πεζός στρατιώτης
- Δραγώνος
- Πεζός στρατιώτης
- Πόδας
- φρουρός
- Πεζοναύτης
- πεζοναύτης
- Λογχοφόρος
- Πολιτοφύλακας
- αντάρτης
- δόρυφορος
- επιδρομέας
- ακοντιστής
- Καραμπινιέρος
- καραμπινιέρος
- καβαλάρης
- ηπειρωτικός
- αντιπαρτιζάνικες επιχειρήσεις
- ομοσπονδιακός
- γι
- μουρμούρα
- Αντάρτες
- Ανταρτοπόλεμος
- ακανόνιστος
- Εθνοφύλακας
- παραστρατιωτικός
- εργαζόμενη υπηρεσιών
Nearest Words of cannoneer
Definitions and Meaning of cannoneer in English
cannoneer (n)
a serviceman in the artillery
cannoneer (n.)
Alt. of Cannonier
FAQs About the word cannoneer
Πυροβολητής
a serviceman in the artilleryAlt. of Cannonier
Τοξότης,Πυροβολητής,Πυροβολητής,Θαλάσσιος,Ολμοβόλος,μουσκετερος,Δασοφύλακας,Σκοπευτής,Ιππέας,κομάντο
Πολίτης
cannoned => κανόνι, cannonball along => Κανόμπαλα κατά μήκος, cannonball => σφαίρα κανονιού, cannonading => Βομβαρδισμός, cannonade => Κανονιοβολισμός,