Greek Meaning of cannon ball
Κανιοβολίδα
Other Greek words related to Κανιοβολίδα
- έκρηξη
- χτύπημα
- βούισμα
- καταδίωξη
- βέλος
- οδήγηση
- μύγα
- βιάσου
- πήδα
- αγώνας
- Πύραυλος
- τρέχω
- βιασύνη
- σκούτερ
- σπεύδω
- ταχύτητα
- ταξίδι
- τροχασμός
- φερμουάρ
- βαρέλι
- ζώνη
- φλόγα
- μπουλόνι
- μπολ
- αεράκι
- δέσμη
- φασαρία
- γέρνω
- Καριέρα
- μάθημα
- παύλα
- καλπασμός
- Λαγός
- επιταχύνω
- γεια
- Χάιμπολ
- καμπούρα
- ρίχνω
- χυμάω
- φασαρία
- τζετ
- τρέξιμο
- κινητήρας
- δαγκάνοντας
- Γούνα
- κριός
- σκίζω
- Θρόισμα
- ντουλάπι
- βήμα
- πάτα το
- δάκρυ
- δίνη
- Αβγοδάρτης
- ζουμ
- Φύγε
- κάνω πλάκα (για)
- Γρήγορα τώρα
- Πήγαινε στα κομμάτια
- επιταχύνω
- βέλος
- σκαθάρι
- να καλύψω την απόσταση
- αιωρούνται
- ξεπερνάω
- ξεπερνάω
- Ξεπερνάω
- προσπερνώ
- επιταχύνω
- τρέχω
- μπόρα
- πάλη
- σπριντ
- συνωστισμός
- βγαίνει
- σερί
- φυτό
- σφυρίζω
- προώθηση γρήγορης
- hotfoot
- Κούνα το πόδι σου
Nearest Words of cannon ball
Definitions and Meaning of cannon ball in English
cannon ball (n)
a solid projectile that in former times was fired from a cannon
FAQs About the word cannon ball
Κανιοβολίδα
a solid projectile that in former times was fired from a cannon
έκρηξη,χτύπημα,βούισμα,καταδίωξη,βέλος,οδήγηση,μύγα,βιάσου,πήδα,αγώνας
σέρνομαι,μπουσουλώ,σύρετε,καθυστέρηση,τσιμπάω,Περιπλανιέμαι (γύρω ή έξω),αργός περίπατος,τριγυρνώ,επιβραδύνω,καθυστερώ
cannon => κανόνι, cannister => κανάτα, canning => κονσερβοποίηση, canniness => διορατικότητα, cannily => μεθοδικά,