Greek Meaning of buoyed (up)
επιπλέων (πάνω)
Other Greek words related to επιπλέων (πάνω)
- ενθαρρυμένος (πάνω)
- ενθάρρυνε
- εμπνεόμενος
- βαρετός
- ενθαρρυμένος
- κεφάτος (up)
- ενθαρρυμένος
- ενθαρρυμένος
- ενισχυμένη
- κινούμενη
- σίγουρος
- ενεργοποιημένος
- επιβεβλημένος
- ζωογονημένος
- ενθουσιασμένος
- οχυρωμένος
- γαλβανισμένο
- εμπνευσμένος
- αναζωογονημένο
- προκάλεσε
- επιταχύνεται
- συγκεντρωμένοι
- καθησυχασμένος
- ενισχυμένο
- χαλύβδινος
- διεγερμένος
- αναδευμένος
- Ενισχυμένο
Nearest Words of buoyed (up)
Definitions and Meaning of buoyed (up) in English
buoyed (up)
No definition found for this word.
FAQs About the word buoyed (up)
επιπλέων (πάνω)
ενθαρρυμένος (πάνω),ενθάρρυνε,εμπνεόμενος,βαρετός,ενθαρρυμένος,κεφάτος (up),ενθαρρυμένος,ενθαρρυμένος,ενισχυμένη,κινούμενη
εκφοβισμένος,καταθλιπτικός,αποθαρρυμένος,απογοητευμένος,εξασθενημένος,Αποθαρρυμένος,απογοητευμένος,εξασθενημένος,εκφοβισμένος,θλιμμένος
buoy (up) => σημαδούρα (πάνω), Bunyanesque => Μπάνιανσκ, buntings => γιρλάντες, bunted => βουτηγμένος, bunks => κουκέτες,