Greek Meaning of chirked (up)
κεφάτος (up)
Other Greek words related to κεφάτος (up)
- επιπλέων (πάνω)
- ενθαρρυμένος (πάνω)
- ενθάρρυνε
- εμπνεόμενος
- βαρετός
- ενθαρρυμένος
- ενθαρρυμένος
- ενθαρρυμένος
- ενισχυμένη
- χαλύβδινος
- κινούμενη
- σίγουρος
- ενεργοποιημένος
- επιβεβλημένος
- ζωογονημένος
- ενθουσιασμένος
- οχυρωμένος
- γαλβανισμένο
- εμπνευσμένος
- αναζωογονημένο
- προκάλεσε
- συγκεντρωμένοι
- καθησυχασμένος
- ενισχυμένο
- διεγερμένος
- αναδευμένος
- Ενισχυμένο
Nearest Words of chirked (up)
Definitions and Meaning of chirked (up) in English
chirked (up)
No definition found for this word.
FAQs About the word chirked (up)
κεφάτος (up)
επιπλέων (πάνω),ενθαρρυμένος (πάνω),ενθάρρυνε,εμπνεόμενος,βαρετός,ενθαρρυμένος,ενθαρρυμένος,ενθαρρυμένος,ενισχυμένη,χαλύβδινος
εκφοβισμένος,καταθλιπτικός,αποθαρρυμένος,απογοητευμένος,εξασθενημένος,Αποθαρρυμένος,απογοητευμένος,εξασθενημένος,Παράλυτος,εκφοβισμένος
chirk (up) => κελάηδημα (πάνω), chips in => τσιπς στο εσωτερικό, chipping in => Συνεισφέρειν, chippies => πατατάκια, chippie => Τηγανητές πατάτες,