Greek Meaning of brush (off)

Βούρτσα (σβηστή)

Other Greek words related to Βούρτσα (σβηστή)

Definitions and Meaning of brush (off) in English

FAQs About the word brush (off)

Βούρτσα (σβηστή)

απολύω,κοροϊδεύω,προσπερνώ,απορρίπτω,περιφρόνηση,αδιάφορος,κακά,εξεγείρομαι (εναντίον),εξέγερση (κατά),περιγελώ (κάποιον)

εξυπηρετώ,παραδίδομαι (σε),παραδεχτώ (σε),συνεργάζομαι (με),αναβάλω (σε),υποβάλλω (σε),παραδίδομαι (σε),υποχωρώ,ακούω,κρατάω

brush (aside or off) => βούρτσισμα (προς τα πλάγια ή προς τα έξω), brunts => μώλωπες, brumes => ομίχλη, bruits => θόρυβοι, bruiting (about) => θορυβώδες, διαδιδόμενο,