Greek Meaning of accede (to)
προσχωρώ
Other Greek words related to προσχωρώ
Nearest Words of accede (to)
Definitions and Meaning of accede (to) in English
accede (to)
to become king or queen
FAQs About the word accede (to)
προσχωρώ
to become king or queen
συμφωνώ (σε),συμμορφώνω (με),συναίνεση (σε),πηγαίνω (με),αποδέχομαι,συναινώ,συμφωνώ,εγγραφή,συνεργάτης,συμφωνώ
σύγκρουση,διαφέρουν,διαφωνώ,συγκρούονται,μετρητής,διαμάχη,διαφωνία,αποκλίνω,πέφτω,αντικείμενο
academes => ακαδημαϊκοί χώροι, abysses => άβυσσοι, abuses => Κακοποιεί, abundances => αφθονία, abubble => φούσκα,