Greek Meaning of bobbed
κουρεμένος
Other Greek words related to κουρεμένος
Nearest Words of bobbed
Definitions and Meaning of bobbed in English
bobbed (imp. & p. p.)
of Bob
FAQs About the word bobbed
κουρεμένος
of Bob
ψαλιδισμένο,κόβω,ξυρισμένος,κομμένος,περικομμένος,μείωση,ελλιμενισμένο,κομμένο (από),χορτοκομμένο,Τσιμπημένο
διευρυμένο,επιμήκης,επιμήκης
bobac => Μπόμπα, bob woodward => Μπομπ Γούντγουορντ, bob wig => Μπομπ περούκα, bob up => αναδύομαι, bob under => bob κάτω,