Greek Meaning of armhole
μασχάλη
Other Greek words related to μασχάλη
- Κουμπότρυπα
- κόλπος
- κλειδαρότρυπα
- είσοδος
- Έξοδος
- πρόσληψη
- κόμπος
- πρίζα
- κουκουνάρα
- Τρύπα βελόνας
- Τρύπημα βελόνας
- πόρος
- λακκούβα
- γροθιά
- τρύπημα
- σχισμή
- σχισμή
- εξαερισμός
- σκουληκότρυπα
- αεραγωγός
- διάφραγμα
- παραβίαση
- σχισμή
- γωνιά
- σχισμή
- κόβω
- ρωγμή
- τομή
- παραθυράκι
- στόμα
- εγκοπή
- άνοιγμα
- διάτρηση
- ενοίκιο
- ρήγμα
- ρήξη
- Κατηγορία
- χώρος
- διαχωρίζω
- δάκρυ
Nearest Words of armhole
- armguard => Επικαλαμίδα
- arm-gret => μετάνιωμα για μια χαμένη ευκαιρία
- armgaunt => λεπτοκαμωμένος
- armfulus => αγκαλιά
- armful => αγκαλιά
- armet => Αρμέτ
- armerican cheddar => αμερικάνικο τσένταρ
- armeria maritima => Αρμερία η θαλάσσια
- armeria => Λυθρίον, armeria
- armenian secret army for the liberation of armenia => ΕΛΑ (Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός)
Definitions and Meaning of armhole in English
armhole (n)
a hole through which you put your arm and where a sleeve can be attached
armhole (n.)
The cavity under the shoulder; the armpit.
A hole for the arm in a garment.
FAQs About the word armhole
μασχάλη
a hole through which you put your arm and where a sleeve can be attachedThe cavity under the shoulder; the armpit., A hole for the arm in a garment.
Κουμπότρυπα,κόλπος,κλειδαρότρυπα,είσοδος,Έξοδος,πρόσληψη,κόμπος,πρίζα,κουκουνάρα,Τρύπα βελόνας
γέμιση,τσιρότο,βύσμα,φώκια,Φράγμα,συμπληρώνω,Πλήρωση,εμπόδιο,εμπόδιο,Σταμάτημα
armguard => Επικαλαμίδα, arm-gret => μετάνιωμα για μια χαμένη ευκαιρία, armgaunt => λεπτοκαμωμένος, armfulus => αγκαλιά, armful => αγκαλιά,