Greek Meaning of alarum

ξυπνητήρι

Other Greek words related to ξυπνητήρι

Definitions and Meaning of alarum in English

Wordnet

alarum (n)

an automatic signal (usually a sound) warning of danger

Webster

alarum (n.)

See Alarm.

FAQs About the word alarum

ξυπνητήρι

an automatic signal (usually a sound) warning of dangerSee Alarm.

ανησυχία,ανησυχία,ανησυχία,φόβος,φόβος,αβεβαιότητα,ανησυχία,ανησυχία,αναταραχή,άγχος

προσμονή,Ανυπομονησία,ελπίδα,εμπιστοσύνη,ελπίδα,αιμομιξία

alarmist => συναιγερμικός, alarmism => Αλαρμισμός, alarmingly => ανησυχητικά, alarming => ανησυχητικός, alarmedly => με ανησυχία,