Greek Meaning of suspense
αγωνία
Other Greek words related to αγωνία
- ανάρτηση
- αναστολή
- ψυκτικός θάλαμος
- κώμα
- λήθαργος
- αδράνεια
- καθυστέρηση
- αναστολή πληρωμών
- ηρεμία
- ύφεση
- Ανασταλμένη κίνηση
- βαθιά κατάψυξη
- αδράνεια
- διακοπή λειτουργίας
- χειμέριος νάρκη
- holding pattern
- υπνωτισμός
- Αδιέξοδο
- αδράνεια
- αδράνεια
- Ακινησία
- διάλειμμα
- ύφεση
- ανάπαυση
- ανάπαυση
- ύπνος
- νυστάζω
- στασιμότητα
- λήθαργος
Nearest Words of suspense
- suspense account => Λογαριασμός αναστολής
- suspenseful => Συναρπαστικό
- suspension => ανάρτηση
- suspension bridge => Γέφυρα ανάρτησης
- suspension point => σημείο ανάρτησης
- suspensive => ανασταλτικός
- suspensor => ανάρτημα
- suspensory => ανάρτηση
- suspensory bandage => Αναρτητήριος επίδεσμος
- suspicion => υποψία
Definitions and Meaning of suspense in English
suspense (n)
apprehension about what is going to happen
an uncertain cognitive state
excited anticipation of an approaching climax
FAQs About the word suspense
αγωνία
apprehension about what is going to happen, an uncertain cognitive state, excited anticipation of an approaching climax
ανάρτηση,αναστολή,ψυκτικός θάλαμος,κώμα,λήθαργος,αδράνεια,καθυστέρηση,αναστολή πληρωμών,ηρεμία,ύφεση
Συνέχεια,συνέχεια,ανανέωση,Επανάληψη,ανάνηψη,επανέναρξη
suspender belt => Ζαρτιέρα, suspender => Βρετέλες, suspended animation => Ανασταλμένη κίνηση, suspended => Αναστολή, suspend => Αναστέλλω,