Greek Meaning of cold storage

ψυκτικός θάλαμος

Other Greek words related to ψυκτικός θάλαμος

Definitions and Meaning of cold storage in English

Wordnet

cold storage (n)

in a state of abeyance or postponement

refrigerated storage for preservation

FAQs About the word cold storage

ψυκτικός θάλαμος

in a state of abeyance or postponement, refrigerated storage for preservation

αγωνία,ανάρτηση,αναστολή,κώμα,βαθιά κατάψυξη,holding pattern,καθυστέρηση,αναστολή πληρωμών,ηρεμία,ύφεση

Συνέχεια,συνέχεια,ανανέωση,Επανάληψη,ανάνηψη,επανέναρξη

cold spell => Κύμα ψύχους, cold sore => Ερπης των χειλιων, cold sober => Νήφω, cold snap => Κύμα ψύχους, cold shoulder => Ψυχρή ανταπόκριση,