Greek Meaning of accordantly

κατόπιν αυτού

Other Greek words related to κατόπιν αυτού

Definitions and Meaning of accordantly in English

Webster

accordantly (adv.)

In accordance or agreement; agreeably; conformably; -- followed by with or to.

FAQs About the word accordantly

κατόπιν αυτού

In accordance or agreement; agreeably; conformably; -- followed by with or to.

συμβατός,συνεπής,Σύμφωνο,συνεκτικός,συμφωνικός,Συμφωνος (με),όμοιοσχήμοιος,σύμφωνος,Ανταποκριτής (με ή σε),αρμονικός

Αντιφατικό,ακατάλληλος,Ασυμβίβαστο,ασύmbato,ασυνεπής,συγκρουσιακός,ακατάλληλος,δυσαρμονικός,μη συμβατό,ακατάλληλος

accordant => αρμονικός, accordancy => συμφωνία, accordance of rights => σύμφωνα με τα δικαιώματα, accordance => σύμφωνα με, accordable => προσιτός,