Greek Meaning of unblushingly

αναιδώς

Other Greek words related to αναιδώς

Definitions and Meaning of unblushingly in English

Wordnet

unblushingly (r)

without blushing

FAQs About the word unblushingly

αναιδώς

without blushing

υπερήφανος,αναιδής,Αδιάντροπος,αναιδής,ανενδοίαστος,θρασύς,θρασύς,θρασύς,Θρασύς,θρασύς

ντροπιασμένος,ντροπιασμένος,Αμήχανος,απελπισμένος,ντροπιασμένος,ντροπιασμένος,ντροπιασμένος,απολογητικός,μπερδεμένος,μπερδεμένος

unblushing => κυνικός, unbloody => αναίμακτος, unblock => ξεμπλοκάρω, unblinkingly => χωρίς να ανοιγοκλείνουμε τα μάτια, unblinking => αμίλητος,