Greek Meaning of apologetic

απολογητικός

Other Greek words related to απολογητικός

Definitions and Meaning of apologetic in English

Wordnet

apologetic (a)

offering or expressing apology

Webster

apologetic (a.)

Alt. of Apologetical

FAQs About the word apologetic

απολογητικός

offering or expressing apologyAlt. of Apologetical

ντροπιασμένος,συντετριμμένος,Λυπηρό,μετανοιωμένος,μετανοημένος,συγγνώμη,μεταμελημένος,μετανοημένος,συντετριμμένος,ντροπιασμένος

σκληρός,αμετανόητος,άσπλαχνος,αδυσώπητος,αδίστακτος,με θράσος,αμετανόητος,αμείλικτος,αναιδής,αναιδής

apologer => απολογητής, apollyon => Απολλύων, apollonic => αполλώνιος, apollonian => απολλώνιος, apollo program => Πρόγραμμα Απόλλων,