Greek Meaning of turned on

αναμμένος

Other Greek words related to αναμμένος

Definitions and Meaning of turned on in English

turned on

keenly aware of and responsive to what is new and fashionable

FAQs About the word turned on

αναμμένος

keenly aware of and responsive to what is new and fashionable

κουλ,κέντρο πόλης,μοντέρνος,τέλειος,γοφός,τώρα,έξυπνος,κομψό,μέσα στα πράγματα,ενημερωμένος

σπασίκλας,σπασίκλας,έξω,όχι κουλ,Αξεπέραστος,παλιομοδίτικος,νερντάτος,ξεπερασμένος,ντεμοντέ,άκομψος

turned => στρεμμένος, turndown => πτώση, turncock => Βρύση, turncoat => προδότης, turnbuckle => σχοινόδεσμα,