Greek Meaning of transfixed
καθηλωμένος
Other Greek words related to καθηλωμένος
- τρύπησε
- διάλεξε
- τρυπητός
- τρυπημένος
- μαχαιρωμένος
- κολλημένος
- κέρατος
- χαρπουνάτος
- διάτρητος
- δεμένος
- ραμφισμένος
- ροζ
- τρύπησε
- διάτρητος
- έτρεξε μέσα
- σούβλα
- κομμένο σε φέτες
- λογχίζω
- αιχμηρό
- ψημένο στη σούβλα
- διαπερνώ
- λαβωματισμένος με ξιφολόγχη
- ξιφολόγχη
- κόβω
- Διαπεραστικός
- μαχαιρωμένος
- διάτρητος
- Όξυ
- Τσιμπημένο
- τρυπημένος
- διακλαδωτός
- τρυπημένος
- σπειροειδής
- ώθηση
Nearest Words of transfixed
- transfix => διαπερνάω
- transfiguring => μεταμορφωτικός
- transfigured => Μεταμορφωμένος
- transfigure => μεταμορφώνω
- transfiguration of jesus => Η Μεταμόρφωση του Ιησού Χριστού
- transfiguration day => Μεταμόρφωση του Σωτήρος
- transfiguration => Μεταμόρφωση
- transfiguratien => Μεταμορφώσεις
- transfigurate => μεταμορφώνω
- transferring => μεταφορά
Definitions and Meaning of transfixed in English
transfixed (s)
having your attention fixated as though by a spell
transfixed (imp. & p. p.)
of Transfix
FAQs About the word transfixed
καθηλωμένος
having your attention fixated as though by a spellof Transfix
τρύπησε,διάλεξε,τρυπητός,τρυπημένος,μαχαιρωμένος,κολλημένος,κέρατος,χαρπουνάτος,διάτρητος,δεμένος
No antonyms found.
transfix => διαπερνάω, transfiguring => μεταμορφωτικός, transfigured => Μεταμορφωμένος, transfigure => μεταμορφώνω, transfiguration of jesus => Η Μεταμόρφωση του Ιησού Χριστού,