Greek Meaning of knifed

μαχαιρωμένος

Other Greek words related to μαχαιρωμένος

Definitions and Meaning of knifed in English

Webster

knifed (imp. & p. p.)

of Knife

FAQs About the word knifed

μαχαιρωμένος

of Knife

λαβωματισμένος με ξιφολόγχη,κόβω,τρύπησε,τρυπημένος,διάτρητος,κομμένο σε φέτες,ώθηση,ξιφολόγχη,διάτρητος,τρύπησε

No antonyms found.

knifeboard => μαχαίρι, knife thrust => μαχαιριά, knife switch => Μαχαίρι, knife pleat => Πτυχή μαχαιριού, knife fight => μαχαιρομαχία,