Greek Meaning of bayoneted
λαβωματισμένος με ξιφολόγχη
Other Greek words related to λαβωματισμένος με ξιφολόγχη
- Διαπεραστικός
- μαχαιρωμένος
- διάτρητος
- Όξυ
- τρύπησε
- μαχαιρώθηκε
- τρυπημένος
- διακλαδωτός
- διάτρητος
- ακανθώδης
- τρυπημένος
- ώθηση
- κέρατος
- χαρπουνάτος
- διάτρητος
- τρύπησε
- ραμφισμένος
- τρυπητός
- Τσιμπημένο
- τρυπημένος
- κομμένο σε φέτες
- λογχίζω
- σπειροειδής
- ψημένο στη σούβλα
- μαχαιρωμένος
- κόβω
- δεμένος
- διάλεξε
- ροζ
- έτρεξε μέσα
- σούβλα
- αιχμηρό
- κολλημένος
- καθηλωμένος
- διαπερνώ
Nearest Words of bayoneted
Definitions and Meaning of bayoneted in English
bayoneted (imp. & p. p.)
of Bayonet
FAQs About the word bayoneted
λαβωματισμένος με ξιφολόγχη
of Bayonet
,Διαπεραστικός,μαχαιρωμένος,διάτρητος,Όξυ,τρύπησε,μαχαιρώθηκε,τρυπημένος,διακλαδωτός,διάτρητος
No antonyms found.
bayonet => ξιφολόγχη, bayman => Μπέιμαν, bay-leaved caper => κάππαρη δαφνών, baykal => Βαϊκάλη, baying => γαύγισμα,