Greek Meaning of tractor
Τρακτέρ
Other Greek words related to Τρακτέρ
- αεροπλάνο
- αεροπλάνο
- Ατράκτιος
- αεροπλάνο
- Αερόπλοιο
- Ελικόπτερο
- αεροπλάνο
- πλοίο
- Δεξαμενόπλοιο
- Αεροδυναμικό
- Αεροταξί
- Επιβατηγό αεροπλάνο
- Βομβαρδιστικό
- Φορτηγό πλοίο
- τζετ
- Αεριωθούμενο επιβατικό αεροπλάνο
- επένδυση
- υ水上 αεροπλάνο
- Υπερηχητική μεταφορά
- Τουρμποτζέτ
- Τουρμποπρόπ
- Διαστημικό λεωφορείο
- Αερόστρωμνο
- αμφίβια
- διπλάνο
- μαχητής
- αεριωθούμενο αεροσκάφος κάθετης απογείωσης
- Αεροπλάνο
- Πυραυλοκίνητο αεροσκάφος
- υπερσύγχρονο τζετ
- Υπερηχητικός
- Τοπιλοβόλο
- Αεροσκάφος ρυμούλκησης
- Τρικινητήριο
- τριμοτέρ
- τριπλάνο
- Πολεμικό αεροπλάνο
Nearest Words of tractor
Definitions and Meaning of tractor in English
tractor (n)
a wheeled vehicle with large wheels; used in farming and other applications
a truck that has a cab but no body; used for pulling large trailers or vans
tractor (n.)
That which draws, or is used for drawing.
Two small, pointed rods of metal, formerly used in the treatment called Perkinism.
An aeroplane flying machine having one or more tractor screws.
FAQs About the word tractor
Τρακτέρ
a wheeled vehicle with large wheels; used in farming and other applications, a truck that has a cab but no body; used for pulling large trailers or vansThat whi
αεροπλάνο,αεροπλάνο,Ατράκτιος,αεροπλάνο,Αερόπλοιο,Ελικόπτερο,αεροπλάνο,πλοίο,Δεξαμενόπλοιο,Αεροδυναμικό
No antonyms found.
tractive => ελκυστικός, tractitious => Διαχειρίσιμος, tractite => Τραχυτης, tractional => κλασματικός, traction wheel => Τροχός έλξης,