Greek Meaning of ticketed

οδήγησε με εισητήριο

Other Greek words related to οδήγησε με εισητήριο

Definitions and Meaning of ticketed in English

Webster

ticketed (imp. & p. p.)

of Ticket

FAQs About the word ticketed

οδήγησε με εισητήριο

of Ticket

επισημασμένος,επισημασμένο,σημαδεμένος,σφραγισμένη,καθορισμένος,προορισμένος,ταυτοποιήθηκε,Ετικέτα,Επώνυμος,ονομαζόμενος

No antonyms found.

ticket window => Ταμείο εισιτηρίων, ticket tout => Μαυραγορίτης, ticket taker => Ελεγκτής εισιτηρίων, ticket stub => Αποκομμένο εισιτήριο, ticket office => Ταμείο,