Greek Meaning of terrestrially
επίγεια
Other Greek words related to επίγεια
Nearest Words of terrestrially
- terrestrial time => Χερσαίος χρόνος
- terrestrial planet => Γήινος πλανήτης
- terrestrial guidance => Χερσαίος καθοδηγητής
- terrestrial dynamical time => Γήινος δυναμικός χρόνος
- terrestrial => χερσαίος
- terrestre => επίγειος
- terreplein => προμαχώνας
- terreous => γήινος
- terrenity => Γαλήνη
- terrene => Γήινος
Definitions and Meaning of terrestrially in English
terrestrially (r)
in a worldly manner
to a land environment
FAQs About the word terrestrially
επίγεια
in a worldly manner, to a land environment
ζώο,επίγειος,καθημερινό,φυσικός,κροταφικός,σωματικός,Δεκανέας,σωματικός,καθημερινός,ημερήσιος
ουράνιος,θείος,ουράνιος,μεταφυσικός,θρησκευτικός,πνευματικός,Παράξενος,αφοσιωμένος,εμπειρικός,εμπειρικός
terrestrial time => Χερσαίος χρόνος, terrestrial planet => Γήινος πλανήτης, terrestrial guidance => Χερσαίος καθοδηγητής, terrestrial dynamical time => Γήινος δυναμικός χρόνος, terrestrial => χερσαίος,