Greek Meaning of stressed-out
αγχωμένος
Other Greek words related to αγχωμένος
- αγχωμένος
- εξαντλημένος
- αγχωμένος
- στο ράφι
- σοκαρισμένος από το κέλυφος
- κουρασμένος
- επιβαρυντική
- ταραγμένος
- θυμωμένος
- ενοχλημένος
- καμμένος έξω
- εξουθενωμένος
- διαταραγμένος
- αιχμηρός
- εκνευρισμένος
- ερεθισμένος
- εξαντλημένος
- ταραγμένος
- τεταμένος
- ανήσυχος
- Ατελείωτος
- ανήσυχος
- μη επανδρωμένο
- ανήσυχος
- Αλυσίδες
- αναστατωμένος
- Φθαρμένος
Nearest Words of stressed-out
Definitions and Meaning of stressed-out in English
stressed-out
suffering from high levels of physical or especially psychological stress
FAQs About the word stressed-out
αγχωμένος
suffering from high levels of physical or especially psychological stress
αγχωμένος,εξαντλημένος,αγχωμένος,στο ράφι,σοκαρισμένος από το κέλυφος,κουρασμένος,επιβαρυντική,ταραγμένος,θυμωμένος,ενοχλημένος
χαλαρός,ξεκούραστος,ανέμελος,χαλαρός,ανέμελος,Ανεπηρέαστος,Άφοβος,ανέμελος
street-smart => Σπιρτόζικο, streets => δρόμοι, streetlights => Φωτισμός δρόμων, streams => ρεύματα, streamlining => εξορθολογισμός,