FAQs About the word striates

ραβδωτός

striated, to mark with striations or striae

Ντάμα,κηλίδες,μαυρίζει,κηλίδες,Μαρμαράκια,κηλίδες,μοτίβα,πολύχρωμο,κηλίδες,κηλίδες

λευκαντικά,αποχρωματίζει,λευκό,Μπλανς

strewn => σκορπισμένος, strewed => σκορπισμένος, stretching (out) => Τέντωμα, stretches (out) => εκτείνεται, stretches => διατάσεις,