FAQs About the word stitched

ραμμένο

fastened with stitches

ραμμένο,Συρραμμένη,καταραμένος,τελειωμένος,μπαλωμένο,επισκευάστηκε,αλειμμένος,Χαμηλά,Κεντημένο με βελονιά σταυρού,ανακουφισμένος

άραφος

stitch => Μπόντα, stirrup-shaped => Σε σχήμα αναβολέα, stirrup pump => Ποδοκίνητη αντλία, stirrup iron => Σιδηράς, stirrup cup => Αναβολέας,